σκαμπό

формы словаβ
σκαμπό
табуретка


#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово σκαμπό? —


οντουλάρωμαμουσάγκιοντσαχπίνικαπεζεβέγκηςεύκαιροςενήλικοςσαμποτέρεμπατήαορτήκαμιναέριοναναβιώνωβαθρακοταντανίζομαιπεσκαδούροςαρνησίθεοςασκανδάλιστοςχαιρετίζωψωμοτρώγωξενιτειάσυμβεβλημένοςαστυφύλαξγκιαούρ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit