|
состоящий из девяти слогов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово состоящий из девяти слогов? — εννεοσύλλαβος как с (ново)греческого переводится слово εννεοσύλλαβος? — состоящий из девяти слогов — βουτυρικός — συμπατριώτης — χωριάτης — άπατα — θερμοδοχείον — δογματικότητα — οδηγητικός — φυτοκομείο — κεραμιδάδικο — λιτανεία — μουλάρωμα — ανεγνοιασιά — δίπηχος — δασόκλειστος — καθισιό — δίστοιχος — εμβρέχω — μελοδραματοποιώ — απολεπίζομαι — ανημπορώ — συνόριο |
|||