|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πολυφλύαρος? — — παρώνυμος — ποδαράτος — ζόρεμα — αναλογικός — ύσωξ — σπλαγχνικός — αψιδώ — πέθαμα — μπολσεβίκικος — εγγίζομαι — ψηκτροποιείο — κακοκρίνω — επαρχείο — πανώλη — γευτικός — φείδομαι — ζητιανάκι — απονερουλιασμένος — καταθορυβουμαι — αμανάτι — λυγώ |
|||