|
мор. марсовый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово марсовый? — επιθωράκιος как с (ново)греческого переводится слово επιθωράκιος? — марсовый — ανατομικώς — ημίχρυσος — νταντέλλα — αυθαδώς — εφελκυσμός — μπερντές — ατακτοποίητος — κτώμαι — ευλίμενον — τσακίστρα — αποησκιά — σήμανση — οπτική — αναδεχτούρι — διάστιχο — μισθοδοτούμαι — μπριλλαντίνη — χειροκροτώ — ελαιομαργαρίνη — βιβλιοκρισία — τελετουργία |
|||