|
акварельный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово акварельный? — υδατογραφικός как с (ново)греческого переводится слово υδατογραφικός? — акварельный — χοιράδες — τελωνιακός — ενδιααμένω — ροκέ — αυτοαγωγή — διαιτολόγος — συγκόπτω — χαρακτηριστικό — φειδωλία — βέρστι — παρώνυμος — δακρυρρόη — φωναγωγός — συσπουδαστής — μόσκος — ισοπέδωση — αντιμίλημα — ανθυποπλοίαρχος — αντρομοίρι — συζητάω — καφεοφοτεία |
|||