Новогреческий словарь
ντομάτα
ντομάτα
η
помидор
(плод)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
помидор
? —
ντομάτα
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντομάτα
? — помидор
#
(ново)греческий словарь
—
ψηγματοσυλλέκτης
—
καθηγητικός
—
αύλειος
—
αποκουφαίνομαι
—
προσβάσιμος
—
χαίρομαι
—
λουφάρι
—
συνταγολογία
—
γουργουρητό
—
εγκλιματισμός
—
όμως
—
βροχήσιος
—
επιτηδεύω
—
μονοθεσίτης
—
υψόμετρο
—
καφετερί
—
εισκομιδή
—
ανθοστεφανωμένος
—
κατσαδιάζω
—
πηδώ
—
στραβοκυττάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве