κλινικά

формы словаβ
κλινικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κλινικά? —


στρογγυλοπρόσωπηαφιονισμένοςπροϊδεαστικάελαφρόπιστοςεξωπροίκιαλυπούμαιαπωμάτιστοςμοσχολιβανίζωαπογραφέαςαστυφιάφραγγέλιοδυσφημιστικόςαεροβόλισιςαδιακήρυκτοςεπτακοσιετηρίδαχαλυβόχρουςδιακόσιοιλάμαζεμένοςοφθαλμοφανώςεπιτάχυνση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit