Новогреческий словарь
ντερβίσης
ντερβίσης
ο
дервиш
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
дервиш
? —
ντερβίσης
как с
(ново)греческого
переводится слово
ντερβίσης
? — дервиш
#
(ново)греческий словарь
—
εφημερεύων
—
χοληστερόλη
—
βάσιμο
—
ακοντίζω
—
πολυθόρυβος
—
δεματιάρης
—
δροσεράδα
—
ελαττώνω
—
ναυτολόγιο
—
επιμεριστικός
—
δύσληπτος
—
γκελλάω
—
μήλειος
—
ξαίρω
—
εξαιρέσιμος
—
ασκάριστος
—
δεξιήνεμος
—
απέξω
—
υποδαύλιση
—
δαντελλάς
—
προαποφαίνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве