|
ο весельчак; гуляка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово весельчак? — διασκεδαστής как на (ново)греческом будет слово гуляка? — διασκεδαστής как с (ново)греческого переводится слово διασκεδαστής? — весельчак, гуляка — σπορικό — παγάκι — αβγατάω — συγκεντρώνω — πλήθυνση — κρομμύδι — αμυησία — βρονταλίδι — βοϊδόγλωσσο — γρατσούνα — πειραματίζομαι — εθέμην — κατεργάζομαι — γύρεμα — σακχαρώνω — αμυγδαλέλαιο — χειρολάβος — εντύπωση — μελανός — αηδονολάλημα — οικοκυρά |
|||