|
ο бот. лилия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лилия? — κρίνος как с (ново)греческого переводится слово κρίνος? — лилия — αψινθισμός — ψευδότιλος — συνταγματικά — συνδιοίκηση — γηροκόμια — απραξία — αρρωστώ — λακές — εξαιρούμενα — ανευχάριστος — εμφανοτυπικός — ξελεπιάζω — θρουβαλίζω — ευκολοδιόρθωτος — μετάνιωμός — μισαποθαμμένος — τυπικός — ρίνιση — γαζέλλα — αχυρόδεμα — μαρμαροστρώνω |
|||