|
ο сильный щипок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сильный щипок? — τσίμπος как с (ново)греческого переводится слово τσίμπος? — сильный щипок — μπαλτάς — βυθοσκόπηση — τροχιοδείκτης — κατάστηθα — Δεύτερονόμιον — ετερόκοιλος — τρικλίζω — επιπεδομετρικός — αναίσθητος — κερνώ — ηλεκτροχημικός — πολυθεΐα — κοπτικός — αφριστός — κιγκλιδωτός — κεραμείον — συνεπιφέρω — λαίλαψ — προαγοράζω — επιβάλλω — μπορντέλλο |
|||