Новогреческий словарь
αναγαλλιάζω
αναγαλλιάζω
(αόρ. αναγάλλιασα)
радоваться
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
радоваться
? —
αναγαλλιάζω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αναγαλλιάζω
? — радоваться
#
(ново)греческий словарь
—
εγκολλώ
—
κρυμοπαγία
—
καπηλείο
—
γραμματοθήκη
—
θεωρός
—
συνδιάγω
—
αμόλευτος
—
αντιπαραβάλλομαι
—
δίμορφος
—
πεζολόγος
—
καμφορικός
—
ελεφαντοστό
—
βαφτώ
—
γυμνώς
—
εξέλικτρον
—
προφητάναξ
—
κάποιος
—
χοντρούλης
—
ορεσίβιος
—
αδέλφωμα
—
πετσετέ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве