ταχυμετρικός

формы словаβ
ταχυμετρικός
геод. тахеометрический



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово тахеометрический? — ταχυμετρικός
как с (ново)греческого переводится слово ταχυμετρικός? — тахеометрический


ασβεστόγουρναεπιτηδειότηςενδυναμώτριαεκτονωτικόςανέχυμαέκχυσιςζιγκολέταγορίλλαςωοθήκηγατσιόμαλλααναβαλλόμενοςμπάφιασμαξεχειμωνιάζωαναμεσαριάαμίαντοεξωμερίτηςάφθαστοςξηραίνομαιάργανασκωληκίασηδιακριτικός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit