|
сделанный из чеканного серебра #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сделанный из чеканного серебра? — αργυρήλατος как с (ново)греческого переводится слово αργυρήλατος? — сделанный из чеканного серебра — απειρώνυμος — επιγαστροκήλη — απόκρυφος — αριστεροσοσιαλιστικός — στεγνωτήρας — αργολόημα — ασφαλτικός — δυσήνιος — αμφια — συμμοριακός — όξυνση — πήξιμο — απονερουλιασμένος — αρατικός — ξαλλάζω — καλορρίζικα — συμφιλιωτής — ερασιτέχνισσα — ντρίτος — ξέπλυμα — ορχεκτομία |
|||