|
η католическая церковь #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово католическая церковь? — φραγκοκλησιά как с (ново)греческого переводится слово φραγκοκλησιά? — католическая церковь — διαφυλάσσω — κατάνευση — σήμερις — παραχορεύω — αγουρογεννημένος — πρόκειται — ενάργεια — ανεπικερδής — αποσπασματάρχης — αμέριστος — γόγγρος — γνέμα — κορεατικά — ελάφρωση — δράκουλα — καταναλώτρια — αφηνισμένος — αιμοχρωστικός — καθήκον — αγιατρεψιά — λεπτόδερμος |
|||