απολέπτυνση

формы словаβ
απολέπτυνση
η утончение



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово утончение? — απολέπτυνση
как с (ново)греческого переводится слово απολέπτυνση? — утончение


ασπρογάλανοςαμοιβαδοκτόνοαιμομιγήςαναστάσιμοςαρτυμένοςανάρριμμαβλήχηματαβερνόβιοςχαρτοπαιξίαλίβαςαμαξοπηγόςχριστιανοσύνηκαλάμιβλαπτικόςιππεύτριαφουμάρωμεταρρυθμίζωολέτηςκαμάκωμααποπυρηνικοποιώεπωασηκός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit