Новогреческий словарь
διασωστικός
διασωστικός
спасательный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спасательный
? —
διασωστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
διασωστικός
? — спасательный
#
(ново)греческий словарь
—
αυτόχρους
—
ατμοποιώ
—
χαμαλίκι
—
στιβάλι
—
διασπείρω
—
πάροικος
—
ετεροκλινής
—
αιμοστασία
—
αναμελιά
—
αποσταλάζω
—
επιδερμόφυτα
—
δασοφούντωτος
—
γλωσσοκοπάνα
—
φρεσκοπαντρεμένος
—
αχρειολογία
—
πτηνοθήρας
—
υποστηριχτής
—
αποσπαργανώνω
—
χοντρέλα
—
δικτατορικός
—
τοιχόχαρτο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве