|
радиоэлектрический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово радиоэлектрический? — ραδιοηλεκτρικός как с (ново)греческого переводится слово ραδιοηλεκτρικός? — радиоэлектрический — εφαρμόσιμος — δερματόκολλα — μπανιαρισμένος — βασταγός — γερουσία — μαλάκισμα — πιονιέρος — αφραγκία — ξεμεσημεριάζομαι — εντολοδόχος — ξεμασκαλιστός — σχίσιμο — λουρί — αδεξιότητα — θεραπευτής — ζητιανάκι — αγριωπά — επιλειαίνω — αποκηρύσσω — άτριχος — αραλίκι |
|||