|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καθετηριασμός? — — αντιφλογιστικός — αλογιτία — εσχον — ορθοπεδικός — σκράπ — περβέρι — αξόδευτος — επενέβην — βαϊόκλαρο — βυθίζω — ανυπόληπτος — γλυκοαίματος — μελιτζανάκι — γουστόζος — λεύκα — μαρμαρουργική — ευκρινής — σκάσιμο — λουφάζω — συνέλιξη — αλετροπόδι |
|||