πεσιμιστικά

формы словаβ
πεσιμιστικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово πεσιμιστικά? —


οξύληκτοςυγρόμετροβιβλιοκρίτηςανθρακεύομαιαποδεκατισμόςφείδομαιακατάποτοςυπολογιστήςθενάμπακιρώνωδυσπείθειασκώργιαταγάνασύνοροΚύκλωπαςπροετοιμασίαγαγγρώνωπάρθιοςεκπολιτιστικόςανιπτοςρητινώδης




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit