|
ο большой палец (руки) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово большой палец? — αντίχειρας как с (ново)греческого переводится слово αντίχειρας? — большой палец — πρέσβειρα — πλατανιάς — λωβιάρης — ανεξίθερος — εγκαιρόττιτα — αντεπίσκεψη — ετομολόγος — έκχωση — ανεμοτράνταχτος — ανασταλτός — δράκα — τελειοθήρας — τυροκομώ — τάρταρα — μεταλλευτικός — εννεύρωσις — αρπάχτρα — ξεπερασμένος — αρχειοθέτρια — εξιδανίκευση — ωόσωμα |
|||