|
лондонский #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лондонский? — λονδίνιος как с (ново)греческого переводится слово λονδίνιος? — лондонский — λιθοπελεκητής — κουφοθάλασσα — απαρνούμαι — κλιμακηδόν — διασκεδασμός — κακοψύχι — αγοραστός — αδελφομοίρι — αναπαραδιάρης — οξύρρυγχος — ησυχασμός — γλισχρότητα — μοσχαρίσιος — αναγόρευση — αφιερούμαι — δεντρώνω — κατα- — απεριστρόφως — κάνα — αληθοφάνεια — οφίτης |
|||