Новогреческий словарь
σαγηνευτικά
σαγηνευτικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σαγηνευτικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ξεμυτίζω
—
μαδώ
—
τρισένδοξος
—
αγοραίος
—
πλατιά
—
κωμικότητα
—
εξόγκωμα
—
επιδέχομαι
—
ενδυναμωτής
—
πολυέξοδα
—
σκίρτημα
—
Αγάθων
—
νεφελομετρία
—
καταλυτής
—
θαλασσομάχος
—
εύκαιρος
—
λατερνατζής
—
γατσούλι
—
διμηνιαίος
—
πιγκώνομαι
—
αναλγητικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω