μελιτζανάκι

формы словаβ
μελιτζανάκι
баклажанчик


#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μελιτζανάκι? —


σπλαχνικόςκαθυστερώμικράχρυσοκεντώεκσκάπτωχιλιομετρώπαγγνώστηςβουνόςφυσιογνωστικόςαρέγγαλάμψηδεκοεννεαετήςγάγγλιοβούθουναςιστιοραφίδαβουναλάκιευδιάγνωστοςκαταπιέζωλόβιοναποθωρακίζωμαϊμουδίστικος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit