|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово παρεξηγησιάρης? — — ισχυρά — ξανακύλημα — κρίμα — μπουνιά — ρομάντζα — αμφίτομος — μονοπώληση — μονότομο — πουτσόδρομος — χήρεψη — κυνοπίθηκος — σκιτζής — σιτεμπορία — ομοιόχρωμος — αναχάραξη — παραφωνώ — ηχόμετρο — ρετάλι — θεολογικός — παροχικός — κατοικοδημότις |
|||