|
ο карт. баккара #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово баккара? — μπακκαράς как с (ново)греческого переводится слово μπακκαράς? — баккара — φαρμακευτική — παραβάτης — διατύπωση — κάρπωση — χαμαιφυής — ημερομίσθιο — αλεξικέραυνο — κόφτομαι — αρβάλι — επήγαγον — βλαπτικότητα — μεσίτης — απαντοχή — ώσπου — αναγκαιούντα — κολληγιάζω — τρεμοφέγγω — χοροπήδημα — κουνιστός — χαλεπώς — ενυδρίδα |
|||