Новогреческий словарь
βοναπαρτισμός
βοναπαρτισμός
ο
бонапартизм
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бонапартизм
? —
βοναπαρτισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
βοναπαρτισμός
? — бонапартизм
#
(ново)греческий словарь
—
αντιπαθής
—
ψυχοφυσιολόγος
—
επιτελίδα
—
γυριστός
—
επιτηδεύω
—
εξέστην
—
πολυχρονάω
—
αζέσταγος
—
διαστασιοποίηση
—
διαστροφικός
—
υπερασπιστής
—
εκατονταπλασιάζω
—
έτοιμος
—
ξυλόγλυπτης
—
μάχομαι
—
αμούργα
—
προστατευμένος
—
σαστισμάρα
—
άκαρι
—
γεώμηλο
—
φουρνιστός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве