Новогреческий словарь
διανοούμενη
διανοούμενη
η
интеллигентка
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
интеллигентка
? —
διανοούμενη
как с
(ново)греческого
переводится слово
διανοούμενη
? — интеллигентка
#
(ново)греческий словарь
—
χελιδών
—
κατωτερότητα
—
συναπτός
—
πτηνοθήρας
—
πάνσοφος
—
δεκάδα
—
ανέγνωμα
—
αποκοιμισμένος
—
αρρενογονικός
—
συνεργεία
—
ριζοβόληση
—
ευοσμίτης
—
ευρύνω
—
γυάρδα
—
εκπολιτιστικός
—
εκλέξιμος
—
συμμετοχικά
—
μωροφιλοδοξία
—
ακριβαίνω
—
ολόφρεσκος
—
ερωτευμένος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,