|
ο, η автор рассказов, новеллист #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово автор рассказов? — διηγηματογράφος как на (ново)греческом будет слово новеллист? — διηγηματογράφος как с (ново)греческого переводится слово διηγηματογράφος? — автор рассказов, новеллист — αστερίσκος — φελπεδέννος — ανεστενάζω — μισοζώντανος — φοροδιαφεύγω — εκατόχρονα — μπαΐλντισμα — ανεξασθένητος — τρελλάρα — κεραμιδένιος — υπερφορτώνω — φραγκοράφτης — σκιντζής — ειρηνοποίηση — εκμισθωτής — συνεργατική — εισπνοή — γυμναστικός — ημερώνω — ηλεκτροδυναμική — αποσυνδετικός |
|||