|
анат. относящийся к надпочечнику #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово относящийся к надпочечнику? — επινεφριδικός как с (ново)греческого переводится слово επινεφριδικός? — относящийся к надпочечнику — εκφοβιστικός — θεόρατος — εμπυρέας — κότσι — σκάμμα — άρατα-πέρατα — αγροχαλά — σαπωνίζω — κατατάσσομαι — σκελετώδης — γύρα — ερωτική — άστρεχτος — συνοπτικότητα — ενσπόνδυλος — προπαγανδίστρια — γκιοτής — τυπολατρεία — αντιστρατιωτισμός — χρειαζούμενα — σουλτανικός |
|||