Новогреческий словарь
θεσμοφύλακας
θεσμοφύλακας
(-ακος) ο
страж закона
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
страж закона
? —
θεσμοφύλακας
как с
(ново)греческого
переводится слово
θεσμοφύλακας
? — страж закона
#
(ново)греческий словарь
—
αλτήρας
—
αιμόφυρτος
—
ζωολατρεία
—
όσχεο
—
προκλινής
—
μασητήρας
—
υπαμοιβή
—
στρωμάτσο
—
ατμιστήρας
—
πάπας
—
εφελκίδωση
—
συλλαβισμός
—
επιστήριξη
—
ατσίγαρος
—
ποδηγέτης
—
υπηρεσία
—
βατράχένιος
—
ξεμαγεύω
—
μουλαρώνω
—
ιζηματογενής
—
αντικόβω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,