παραβάλλομαι

формы словаβ
παραβάλλομαι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово παραβάλλομαι? —


εγκαθήλωσησκωληκοειδικόςκηδεμονικόςφλορίνιτακτστρωματάδικοχαλεύωκρεμεζύςαιματόρροιααυτοβιογραφικόςαμμόχορτακλουβίισόβαθμοςσυναγωνίστριαάπταιστοςομαδάρααλβανόφιλοςιριδισμόςσκαπετώαπανωστοιβάζωγαρδέλία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit