Новогреческий словарь
φωνηεντόληκτος
φωνηεντόληκτ|ος
оканчивающийся на гласный
(о слове)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
оканчивающийся на гласный
? —
φωνηεντόληκτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
φωνηεντόληκτος
? — оканчивающийся на гласный
#
(ново)греческий словарь
—
αλληλέγγυο
—
συμπαθητικά
—
ξαπλάρω
—
μελινίτις
—
ασφαλτικός
—
μερακλίδικος
—
στριμμένος
—
εμώ
—
μυξιάρικο
—
αψινθία
—
αμλέτιος
—
προκαρυωτικά
—
επίσχεση
—
γύρισμα
—
ενάκις
—
αποκένωμα
—
ξωτικός
—
κατασχέτης
—
πολυβολητής
—
χηνοπόδι
—
βάλλομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве