|
готовая родить, (находящаяся) на сносях #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово готовая родить? — επίτοκος как на (ново)греческом будет слово на сносях? — επίτοκος как с (ново)греческого переводится слово επίτοκος? — готовая родить, на сносях — προσεκτικός — παραλής — αξόμπλιαστος — κατεδαφισμένος — προκατειλημμένος — άσκημος — αναδιοργανώνω — υπερκόρεση — κρόκος — μπαμπόγρια — μεθοδολογία — καμινευτικός — αηδονόστομος — χονδρώδης — νεροκουβάλημα — πούστρα — ταπετσαρία — βυρσοδεψείο — μαγνολία — καταμηνύω — ρώγα |
|||