|
(-άδος) η побег, отросток, отводок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово побег? — επιφυάς как на (ново)греческом будет слово отросток? — επιφυάς как на (ново)греческом будет слово отводок? — επιφυάς как с (ново)греческого переводится слово επιφυάς? — побег, отросток, отводок — εμβληματολογία — ενθουσιασμένος — λαθρακιάζω — ελεφαντένιος — επιδερμοφοτία — συνεορτασμός — παλίμβουλος — διαλεγμένος — μετασκευάζω — στραβοκομμένος — διαβολοπόνηρος — άποπτος — φουμίζω — ξενοδουλεύω — διανοητής — περιμαζεύω — εξωνούμαι — προσχεδίασμα — απαιτητικότητα — λυχνείον — ἧσσον |
|||