ψηλόπλωρος

формы словаβ
ψηλόπλωρος



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ψηλόπλωρος? —


τουφεκιάσυνταραχτικόςακάταρτοςπεντάδιπλαμούργαξασπρουλιάρηςπετραδάκιγωνιογνώμωνδερματολογικόςαταβιστικόςαποσιγάζωπάτρωνενδοκυττάρωσηιστοθετώαναφορείοντσούρμολιποταξίαεπιφάτνιοςπόλκαμεταγράφωβουλκανισμένος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit