Новогреческий словарь
πραξικοπηματικά
πραξικοπηματικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
πραξικοπηματικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
τριμηνιαίος
—
λιομάζωμα
—
πρόσφορο
—
κουτουράδα
—
διαθρύληση
—
γαλόνι
—
διαολίζω
—
καθαρτήρας
—
τάνάποδα
—
κύτταγμα
—
καγχάζω
—
δικαστικός
—
υπερσιτίζω
—
βασιλοκτονία
—
αείποτε
—
καμουτσί
—
τρομοκρατικός
—
βάβω
—
μόλα
—
σύριγγα
—
ψυχολογοκρατία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве