Новогреческий словарь
παραθερισμός
παραθερισμός
ο
летний отдых
;
κέντρα ~ού — курорт, курортные места
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
летний отдых
? —
παραθερισμός
как с
(ново)греческого
переводится слово
παραθερισμός
? — летний отдых
#
(ново)греческий словарь
—
γλέφαρο
—
ταχυδρομώ
—
φέλπα
—
μνημονικό
—
χολοκυστογραφία
—
κάτωθεν
—
ημιονηλάτης
—
ερημικός
—
αναψυκτήρας
—
συσχετικός
—
μεταλλείο
—
μπρούντζος
—
διογκώνω
—
γαλούχηση
—
αλλοδαπός
—
χοιρίδιον
—
κηπουρική
—
ανήγαγον
—
αναλίσκω
—
πεταυρώνω
—
φουρτούνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,