|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πετσετένιος? — — μάκελλα — ζαφύρι — κούμπωμα — αφελος — αξυράφιστος — αχανής — νταμάρι — προδιατίθεμαι — μουσαφιρλίκι — οξύγλυκος — κουβαλητός — απαγγελία — ελλόγος — ασφυκτικός — ηχορύπανση — αποστάξιμος — άφθαρτος — μηλοέλατο — αποχή — μεταγωγή — Ιάπων |
|||