|
не моргая(__,__) пристально глядя #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово не моргая, пристально глядя? — ασκαρδαμυκτί как с (ново)греческого переводится слово ασκαρδαμυκτί? — не моргая, пристально глядя — τσανάκι — αφιλότιμος — κορασίδα — προσμαρτυρία — αστεροσκοπείο — έξωμος — ταβερνίτσα — ερευνητής — τρισχίλιοι — χυδαιότητα — εκβλάστημο — γεωπονία — μαλάχη — ξεκάνω — ηδονόχαρος — εβενουργία — θεουργός — πλαγιοκόπηση — νήμα — πειστικός — ανεπιστημονικός |
|||