|
однопартийный; ~ό σύστημα — однопартийная система #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово однопартийный? — μονοκομματικός как с (ново)греческого переводится слово μονοκομματικός? — однопартийный — σαπουνόσκονη — εκκενώνω — εισέρχομαι — σκόνταμμα — άγευστος — αφαρπάζω — πυροκροτητής — λιθολογία — τσιμινιέρα — ανασφραγίζω — νερουλάδα — σαλαμάκι — χύτρα — πικρόχολος — γρουσούζα — εξομολογητήριο — χορτάρι — σκορδιαλός — μεροκαματιάρα — χειρόμαντις — αγγιστρεύω |
|||