|
ο боль в груди #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово боль в груди? — στηθόπονος как с (ново)греческого переводится слово στηθόπονος? — боль в груди — παραμελούμενος — χρεοπίστωση — εξεταστής — διαμάχομαι — σύμφωνος — αρρυθμία — όσιος — οπωροφαγία — πεζοπορώ — τριζάτος — θησαυριστής — αριστερόκοσμος — μοιρολόι — καταδιωκτικός — εκζήτηση — υπερχειλής — εμμηνορραγία — σωμασκία — αγουρέλαιο — αγράμπελη — τετράδα |
|||