Новогреческий словарь
δισήμαντος
δισήμαντ|ος
двусмысленный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двусмысленный
? —
δισήμαντος
как с
(ново)греческого
переводится слово
δισήμαντος
? — двусмысленный
#
(ново)греческий словарь
—
οχ
—
σημαιοστολίζω
—
ψυχαναγκαστικός
—
τελειώνω
—
ραδιοναυτιλιακός
—
αφεντικός
—
δασωμένος
—
ευφορικά
—
παραχώνω
—
αγγειακός
—
αναβολικός
—
αντάπηξ
—
θεοποιώ
—
ζαχαρωτό
—
χαρτογραφημένος
—
άθρησκος
—
πικροκαρδίζω
—
υπογονιμότητα
—
στοιχειό
—
αλλοστράτισμα
—
ξετσιπώνομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,