σανσκριτική

формы словаβ
σανσκριτική
η санскрит



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово санскрит? — σανσκριτική
как с (ново)греческого переводится слово σανσκριτική? — санскрит


κυμβαλίζωπυτζάμαυποβαστακτικόςρύμημαγιονέζακουρμαδιάντεπόρετερόφωτοςσοβάντισμααμερικανοκρατούμενοςαοίδιμοςηρεμώτριπόδιναυτολογικόςξαναγαπίζωθάρροςσταθεροποιούμαισιβυλλικόςυπνοβότανοαυτοεπίγνωσημεσοπέλαγο




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit