|
олимпийский; ~οί αγώνες — олимпийские игры #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово олимпийский? — ολυμπιακός как с (ново)греческого переводится слово ολυμπιακός? — олимпийский — αντιστρέφω — παρακαλάω — κατατάσσω — φαρμακοθήκη — λειτουργώ — επαλλάσσων — λουλούδι — ανακίνημα — ιαμβοποιός — μηλαφάνα — κρυπτογράφημα — παχύς — δεσμικός — μαξιλλάρι — αντικρύζω — διάρρυτος — πολλοστός — μετρημένα — δίλαβος — αναρπαγή — αφειδώ |
|||