Новогреческий словарь
διοξείδιο
διοξείδιο
το хим.
двуокись
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двуокись
? —
διοξείδιο
как с
(ново)греческого
переводится слово
διοξείδιο
? — двуокись
#
(ново)греческий словарь
—
οργός
—
πιτσιρίκι
—
σύνεση
—
ελαχιστοποίηση
—
υγροποίηση
—
στροφόμετρο
—
κυλόττα
—
ακρίδα
—
δαπάνημα
—
αδαμαντόστικτος
—
τραυματιοφορίνα
—
ιερατικός
—
χαζολόγημα
—
τσαπατσούλης
—
σουτάρω
—
γυψοκονίαμα
—
στοιχειοχύτης
—
στιβάνι
—
κόκκορας
—
χάραμα
—
ριτσινόλαδο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве