|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ρεφορμιστικά? — — τορνευτός — αυλάκιασμα — διαμείβομαι — ξέκωλος — μεροδέντρι — Ατσίγγανος — ασχημομούρης — εκχωματώνω — ηλιόβολος — μπινιάρης — συστημένος — μπαλκόνι — αποσκευή — ξεπουπουλιάζω — μετροταινία — ευμορφοκαμωμένος — γραμμικά — προϋπολογίζω — απήγανος — εταιρεία — βαγονέττο |
|||