Новогреческий словарь
συμπαραλαμβάνω
συμπαραλαμβάνω
(αόρ. συμπαρέλαβα)
брать с собой
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
брать с собой
? —
συμπαραλαμβάνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
συμπαραλαμβάνω
? — брать с собой
#
(ново)греческий словарь
—
μολυβοκοντυλιά
—
μιασματικότητα
—
καθοδοφωταύγεια
—
αντιπρόπερσι
—
ήρα
—
επισκοπικός
—
αβιομηχανοποίητος
—
αργίλοπλαστική
—
καβαλλάρισσα
—
μακρόστενος
—
κοσμοχάλαση
—
ονομαστικώς
—
ενάπτω
—
μούλκι
—
πουσταρέλι
—
διαστρεβλωτικός
—
ακτινοειδής
—
επιδιορθωτής
—
αφραστος
—
αντικόροφον
—
αβούητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве