|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αδυνατούτσικος? — — αλιτζές — εφτακοσάρα — απόπιομα — μελιγγίτης — εκκαλώ — επιλαρχία — μουρλός — ξίφιον — δίκαιο — επιπολάζω — μισοχρονής — αρθρίτιδα — απανωστοιβάζω — κουλουριασμένος — γόμα — χοντροκοπάνισμα — μυλωθρίς — ψαρωμένος — κομψοτέχνις — τοξίνη — νέσιμο |
|||