|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγκαθένιος? — — συγκρατημένα — εσώτατος — ξεκακιώνω — αυτοαναφλέγομαι — ξαναμαθαίνω — ματσούκι — μικρογράφος — χειρώνακτας — προσευχή — κρεατωμένος — σχετίζομαι — μετεκπαίδευση — ισχυρά — πολυκαιρία — κλωστός — ατρίγυρος — μισελληνικός — βαμβακόψειρα — στυπόχαρτο — φτελάς — λουτρώνας |
|||